Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιπομπός
ἐπιπονέω
ἐπιπονία
ἐπίπονος
Ἐπιποντία
ἐπιπορεία
ἐπιπορεύομαι
ἐπιπόρευσις
ἐπιπορθμεύομαι
ἐπιπορπάομαι
ἐπιπόρπημα
ἐπιπόρρω
ἐπιπορσαίνω
ἐπιπορφυρίζω
ἐπιπόρφυρος
ἐπιποτάμιος
ἐπιποταμίς
ἐπιποτάομαι
ἐπιποτίζω
ἐπιποτισμός
ἐπιπράττομαι
View word page
ἐπιπόρπημα
any garment buckled over the shoulders, a mantle
ShortDef
any garment buckled over the shoulders, a mantle
Debugging
Headword:
ἐπιπόρπημα
Headword (normalized):
ἐπιπόρπημα
Headword (normalized/stripped):
επιπορπημα
IDX:
34350
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34351
Key:
Data
{'content': 'any garment buckled over the shoulders, a mantle'}