Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιπλεκτέον
ἐπιπλέκω
ἐπιπλεοναστέον
ἐπίπλεος
ἐπίπλευρα
ἐπίπλευσις
ἐπιπλέω
ἐπίπληγμα
ἐπιπληθύνω
ἐπιπληκτέος
ἐπιπλήκτης
ἐπιπληκτικός
ἐπιπλημμύρω
ἐπίπληξις
ἐπιπληρόω
ἐπιπλήρωσις
ἐπιπλήσσω
ἐπιπλινθοβολέω
ἐπιπλοεντεροκήλη
ἐπιπλοκή
ἐπιπλοκήλη
View word page
ἐπιπλήκτης
corrector
ShortDef
corrector
Debugging
Headword:
ἐπιπλήκτης
Headword (normalized):
ἐπιπλήκτης
Headword (normalized/stripped):
επιπληκτης
IDX:
34294
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34295
Key:
Data
{'content': 'corrector'}