Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπινοητής
ἐπινοητικός
ἐπινοητός
ἐπίνοια
ἐπινομή
ἐπινομία
ἐπινόμιον
ἐπινομίς
ἐπινομοθετέω
ἐπίνομος
ἐπινοσέω
ἐπίνοσος
ἐπινοσσοποιέομαι
ἐπίνοστος
ἐπινοτίζω
ἐπινυκτερεύω
ἐπινύκτιος
ἐπινυκτίς
ἐπινύμφειος
ἐπινυμφεύομαι
ἐπινυμφίδιος
View word page
ἐπινοσέω
to be ill after
ShortDef
to be ill after
Debugging
Headword:
ἐπινοσέω
Headword (normalized):
ἐπινοσέω
Headword (normalized/stripped):
επινοσεω
IDX:
34132
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34133
Key:
Data
{'content': 'to be ill after'}