Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπινεάζω
ἐπινεανιεύομαι
ἐπινεικής
ἐπίνειον
ἐπινείφω
ἐπινεμεσάω
ἐπινέμησις
ἐπινεμητέον
ἐπινέμω
ἐπινεόω
ἐπίνευμα
ἐπίνευσις
ἐπινευστάζω
ἐπινεύω
ἐπινεφελίς
ἐπινέφελος
ἐπινεφής
ἐπινεφρίδιος
ἐπινέφω
ἐπίνεψις
ἐπινέω
View word page
ἐπίνευμα
nodding
ShortDef
nodding
Debugging
Headword:
ἐπίνευμα
Headword (normalized):
ἐπίνευμα
Headword (normalized/stripped):
επινευμα
IDX:
34093
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34094
Key:
Data
{'content': 'nodding'}