Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπίμερος
ἐπιμερότης
ἐπίμεσος
ἐπιμεσουράνημα
ἐπιμεσόω
ἐπίμεστος
ἐπιμεταλλάσσω
ἐπιμεταπέμπομαι
ἐπιμεταφέρω
ἐπιμετρέω
ἐπιμέτρησις
ἐπίμετρον
ἐπιμήδομαι
ἐπιμήθεια
ἐπιμηθεύομαι
Ἐπιμηθεύς
ἐπιμηθής
ἐπιμηθικῶς
ἐπιμήκης
ἐπιμηκύνω
ἐπιμηλάδες
View word page
ἐπιμέτρησις
means

ShortDef

means

Debugging

Headword:
ἐπιμέτρησις
Headword (normalized):
ἐπιμέτρησις
Headword (normalized/stripped):
επιμετρησις
IDX:
33994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33995
Key:

Data

{'content': 'means'}