Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀλαλητός
ἀλάλητος
ἄλαλκε
Ἀλαλκομενηΐς
Ἀλαλκτήριον
ἄλαλος
ἀλάλυγξ
ἀλαλύκτημαι
ἀλάμπετος
ἀλαμπής
ἀλαμπία
ἀλάομαι
ἀλαός
ἀλαοσκοπιά
ἀλαοτόκος
ἀλαόω
ἀλαπαδνός
ἀλαπαδνοσύνη
ἀλαπάζω
ἄλαρα
ἅλας
View word page
ἀλαμπία
one
ShortDef
one
Debugging
Headword:
ἀλαμπία
Headword (normalized):
ἀλαμπία
Headword (normalized/stripped):
αλαμπια
IDX:
3393
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3394
Key:
Data
{'content': 'one'}