Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀλαλή
ἀλάλημαι
ἀλαλητός
ἀλάλητος
ἄλαλκε
Ἀλαλκομενηΐς
Ἀλαλκτήριον
ἄλαλος
ἀλάλυγξ
ἀλαλύκτημαι
ἀλάμπετος
ἀλαμπής
ἀλαμπία
ἀλάομαι
ἀλαός
ἀλαοσκοπιά
ἀλαοτόκος
ἀλαόω
ἀλαπαδνός
ἀλαπαδνοσύνη
ἀλαπάζω
View word page
ἀλάμπετος
without light, darksome

ShortDef

without light, darksome

Debugging

Headword:
ἀλάμπετος
Headword (normalized):
ἀλάμπετος
Headword (normalized/stripped):
αλαμπετος
IDX:
3391
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3392
Key:

Data

{'content': 'without light, darksome'}