Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπικυλινδρόομαι
ἐπικύλιον
ἐπικυλισμός
ἐπικυλλόω
ἐπικύλλωμα
ἐπικυμαίνω
ἐπικυματίζω
ἐπικυμάτωσις
ἐπικυνέω
ἐπικύπτω
ἐπικύρβιος
ἐπικυρόω
ἐπίκυρτος
ἐπικυρτόω
ἐπικύρω
ἐπικύρωσις
ἐπικυρωτέον
ἐπίκυφος
ἐπικυψέλιος
ἐπίκυψις
ἐπικωθωνίζομαι
View word page
ἐπικύρβιος
registered on
ShortDef
registered on
Debugging
Headword:
ἐπικύρβιος
Headword (normalized):
ἐπικύρβιος
Headword (normalized/stripped):
επικυρβιος
IDX:
33778
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33779
Key:
Data
{'content': 'registered on'}