Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπικύκλιος
ἐπίκυκλος
ἐπικυκλόω
ἐπικυλίδες
ἐπικυλίκειος
ἐπικυλινδέω
ἐπικυλινδρόομαι
ἐπικύλιον
ἐπικυλισμός
ἐπικυλλόω
ἐπικύλλωμα
ἐπικυμαίνω
ἐπικυματίζω
ἐπικυμάτωσις
ἐπικυνέω
ἐπικύπτω
ἐπικύρβιος
ἐπικυρόω
ἐπίκυρτος
ἐπικυρτόω
ἐπικύρω
View word page
ἐπικύλλωμα
lameness
ShortDef
lameness
Debugging
Headword:
ἐπικύλλωμα
Headword (normalized):
ἐπικύλλωμα
Headword (normalized/stripped):
επικυλλωμα
IDX:
33772
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33773
Key:
Data
{'content': 'lameness'}