Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπικυΐσκομαι
ἐπικυκλέω
ἐπικύκλησις
ἐπικύκλιος
ἐπίκυκλος
ἐπικυκλόω
ἐπικυλίδες
ἐπικυλίκειος
ἐπικυλινδέω
ἐπικυλινδρόομαι
ἐπικύλιον
ἐπικυλισμός
ἐπικυλλόω
ἐπικύλλωμα
ἐπικυμαίνω
ἐπικυματίζω
ἐπικυμάτωσις
ἐπικυνέω
ἐπικύπτω
ἐπικύρβιος
ἐπικυρόω
View word page
ἐπικύλιον
upper eyelid
ShortDef
upper eyelid
Debugging
Headword:
ἐπικύλιον
Headword (normalized):
ἐπικύλιον
Headword (normalized/stripped):
επικυλιον
IDX:
33769
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33770
Key:
Data
{'content': 'upper eyelid'}