Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπικτείνω
ἐπικτένιον
ἐπικτερεΐζω
ἐπίκτημα
ἐπικτηνίτης
ἐπίκτησις
ἐπικτητικός
ἐπίκτητος
ἐπικτίζω
ἐπικτόριον
ἐπικτυπέω
ἐπικυδαίνομαι
Ἐπικυδείδης
ἐπικυδής
ἐπικυδιάω
ἐπικυέω
ἐπικύημα
ἐπικύησις
ἐπικυΐσκομαι
ἐπικυκλέω
ἐπικύκλησις
View word page
ἐπικτυπέω
to make a noise after, re-echo

ShortDef

to make a noise after, re-echo

Debugging

Headword:
ἐπικτυπέω
Headword (normalized):
ἐπικτυπέω
Headword (normalized/stripped):
επικτυπεω
IDX:
33751
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33752
Key:

Data

{'content': 'to make a noise after, re-echo'}