Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀλαβώδης
ἅλαδε
ἁλάδρομος
Ἀλάζειρ
ἀλαζονεία
ἀλαζόνευμα
ἀλαζονεύομαι
ἀλαζονίας
ἀλαζονικός
ἀλαζονοχαυνοφλύαρος
ἀλαζών
ἀλαθής
ἀλάθητος
Ἁλαί
ἀλαίνω
ἀλαλά
ἀλαλαγή
ἀλάλαγμα
ἀλαλαγμός
ἀλαλάζω
ἀλαλαί
View word page
ἀλαζών
a vagabond
ShortDef
a vagabond
Debugging
Headword:
ἀλαζών
Headword (normalized):
ἀλαζών
Headword (normalized/stripped):
αλαζων
IDX:
3369
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3370
Key:
Data
{'content': 'a vagabond'}