Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπίκλωσις
ἐπίκλωσμα
ἐπικνάω
Ἐπικνημίδιοι
ἐπικνίζω
ἐπίκνισις
ἐπικοιλαίνω
ἐπίκοιλος
ἐπικοιμάομαι
ἐπικοίμησις
ἐπικοιμίζω
ἐπικοινάομαι
ἐπίκοινος
ἐπικοινόω
ἐπικοινωνέω
ἐπικοινωνία
ἐπικοιτάζομαι
ἐπικοιτέω
ἐπικοίτιος
ἐπικοκκάστρια
ἐπικολάπτω
View word page
ἐπικοιμίζω
lull to sleep
ShortDef
lull to sleep
Debugging
Headword:
ἐπικοιμίζω
Headword (normalized):
ἐπικοιμίζω
Headword (normalized/stripped):
επικοιμιζω
IDX:
33641
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33642
Key:
Data
{'content': 'lull to sleep'}