Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπικίρνημι
ἐπικιχλίδες
ἐπικίχρημι
ἐπικλάζω
ἐπικλαίω
ἐπίκλασμα
ἐπίκλαυτος
ἐπικλάω
ἐπικλεής
ἐπικλείω
ἐπικλείω2
ἐπικλῄζω
ἐπίκλημα
ἐπίκλην
ἐπικληρικός
ἐπίκληρος
ἐπικληρόω
ἐπικλήρωσις
ἐπικληρωτικοὶ
ἐπικληρωτός
ἐπίκλησις
View word page
ἐπικλείω2
to extol, to name

ShortDef

to shut to, close
to extol, to name

Debugging

Headword:
ἐπικλείω2
Headword (normalized):
ἐπικλείω
Headword (normalized/stripped):
επικλειω2
IDX:
33601
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33602
Key:

Data

{'content': 'to extol, to name'}