Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπίκηρος
ἐπικηρόω
ἐπικήρυγμα
ἐπικηρυκεία
ἐπικηρύκευμα
ἐπικηρυκεύομαι
ἐπικήρυκτος
ἐπικήρυξις
ἐπικηρύσσω
ἐπικίδναμαι
ἐπικίδνημι
ἐπικιθάρισμα
ἐπικινδυνεύομαι
ἐπικίνδυνος
ἐπικινέω
ἐπικίνημα
ἐπικίνυμαι
ἐπικίρνημι
ἐπικιχλίδες
ἐπικίχρημι
ἐπικλάζω
View word page
ἐπικίδνημι
to spread over

ShortDef

to spread over

Debugging

Headword:
ἐπικίδνημι
Headword (normalized):
ἐπικίδνημι
Headword (normalized/stripped):
επικιδνημι
IDX:
33584
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33585
Key:

Data

{'content': 'to spread over'}