Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπικήδομαι
ἐπικηκάζω
ἐπικήκκαρος
ἐπικηραίνω
ἐπίκηρος
ἐπικηρόω
ἐπικήρυγμα
ἐπικηρυκεία
ἐπικηρύκευμα
ἐπικηρυκεύομαι
ἐπικήρυκτος
ἐπικήρυξις
ἐπικηρύσσω
ἐπικίδναμαι
ἐπικίδνημι
ἐπικιθάρισμα
ἐπικινδυνεύομαι
ἐπικίνδυνος
ἐπικινέω
ἐπικίνημα
ἐπικίνυμαι
View word page
ἐπικήρυκτος
denounced

ShortDef

denounced

Debugging

Headword:
ἐπικήρυκτος
Headword (normalized):
ἐπικήρυκτος
Headword (normalized/stripped):
επικηρυκτος
IDX:
33580
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33581
Key:

Data

{'content': 'denounced'}