Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπικελαδέω
ἐπικέλευσις
ἐπικελευστικός
ἐπικελεύω
ἐπικέλλω
ἐπικέλομαι
ἐπικεντρίζω
ἐπικεντρόομαι
ἐπίκεντρος
ἐπικέντρωσις
ἐπικεράννυμι
ἐπικεραστικός
ἐπικερδαίνω
ἐπικέρδεια
ἐπικερδής
ἐπικέρδια
ἐπικέρδιον
ἐπικέρνης
ἐπικερτομέω
ἐπικερτόμημα
ἐπικέρτομος
View word page
ἐπικεράννυμι
to mix in addition

ShortDef

to mix in addition

Debugging

Headword:
ἐπικεράννυμι
Headword (normalized):
ἐπικεράννυμι
Headword (normalized/stripped):
επικεραννυμι
IDX:
33550
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33551
Key:

Data

{'content': 'to mix in addition'}