Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπίκειμαι
ἐπικείρω
ἐπικεκρυμμένως
ἐπικελαδέω
ἐπικέλευσις
ἐπικελευστικός
ἐπικελεύω
ἐπικέλλω
ἐπικέλομαι
ἐπικεντρίζω
ἐπικεντρόομαι
ἐπίκεντρος
ἐπικέντρωσις
ἐπικεράννυμι
ἐπικεραστικός
ἐπικερδαίνω
ἐπικέρδεια
ἐπικερδής
ἐπικέρδια
ἐπικέρδιον
ἐπικέρνης
View word page
ἐπικεντρόομαι
occupy a cardinal point

ShortDef

occupy a cardinal point

Debugging

Headword:
ἐπικεντρόομαι
Headword (normalized):
ἐπικεντρόομαι
Headword (normalized/stripped):
επικεντροομαι
IDX:
33547
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33548
Key:

Data

{'content': 'occupy a cardinal point'}