Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκωδώνιστος
ἀκωκή
ἀκώλιστος
ἄκωλος
ἀκώλυτος
ἀκώμαστος
ἀκωμῴδητος
ἄκων
ἄκων2
ἀκώνητος
ἄκωπος
ἄλαβα
ἀλαβαρχέω
ἀλαβαρχία
ἀλαβάστιον
ἀλαβαστοθήκη
ἀλάβαστος
ἀλαβαστρίνη
ἀλαβάστρινος
ἀλαβάστριον
ἀλαβαστρίτης
View word page
ἄκωπος
without oars

ShortDef

without oars

Debugging

Headword:
ἄκωπος
Headword (normalized):
ἄκωπος
Headword (normalized/stripped):
ακωπος
IDX:
3344
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3345
Key:

Data

{'content': 'without oars'}