Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκύρωτος
ἀκωδώνιστος
ἀκωκή
ἀκώλιστος
ἄκωλος
ἀκώλυτος
ἀκώμαστος
ἀκωμῴδητος
ἄκων
ἄκων2
ἀκώνητος
ἄκωπος
ἄλαβα
ἀλαβαρχέω
ἀλαβαρχία
ἀλαβάστιον
ἀλαβαστοθήκη
ἀλάβαστος
ἀλαβαστρίνη
ἀλαβάστρινος
ἀλαβάστριον
View word page
ἀκώνητος
unpitched

ShortDef

unpitched

Debugging

Headword:
ἀκώνητος
Headword (normalized):
ἀκώνητος
Headword (normalized/stripped):
ακωνητος
IDX:
3343
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3344
Key:

Data

{'content': 'unpitched'}