Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπικαινίζω
ἐπικαινουργέω
ἐπικαινόω
ἐπικαίνυμαι
ἐπικαιρία
ἐπικαίριος
ἐπίκαιρος
ἐπικαίω
ἐπικαλαμάομαι
ἐπικαλάμεια
ἐπικάλαμοι
ἐπικαλέω
ἐπικαλλύνω
ἐπικάλυμμα
ἐπικαλυπτήριον
ἐπικάλυπτος
ἐπικαλύπτω
ἐπικάμνω
ἐπικαμπή
ἐπικαμπής
ἐπικαμπία
View word page
ἐπικάλαμοι
in the stalk
ShortDef
in the stalk
Debugging
Headword:
ἐπικάλαμοι
Headword (normalized):
ἐπικάλαμοι
Headword (normalized/stripped):
επικαλαμοι
IDX:
33436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33437
Key:
Data
{'content': 'in the stalk'}