Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπικαθυγραίνομαι
ἐπικαινίζω
ἐπικαινουργέω
ἐπικαινόω
ἐπικαίνυμαι
ἐπικαιρία
ἐπικαίριος
ἐπίκαιρος
ἐπικαίω
ἐπικαλαμάομαι
ἐπικαλάμεια
ἐπικάλαμοι
ἐπικαλέω
ἐπικαλλύνω
ἐπικάλυμμα
ἐπικαλυπτήριον
ἐπικάλυπτος
ἐπικαλύπτω
ἐπικάμνω
ἐπικαμπή
ἐπικαμπής
View word page
ἐπικαλάμεια
fields whose grain is in stalk
ShortDef
fields whose grain is in stalk
Debugging
Headword:
ἐπικαλάμεια
Headword (normalized):
ἐπικαλάμεια
Headword (normalized/stripped):
επικαλαμεια
IDX:
33435
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33436
Key:
Data
{'content': 'fields whose grain is in stalk'}