Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιδόσιμος
ἐπίδοσις
ἐπιδοτήρ
ἐπιδοτικός
ἐπιδουλεύω
ἐπιδουπέω
ἐπιδοχή
ἐπιδράγματα
ἐπιδράσσομαι
ἐπιδράω
ἐπιδρέπω
ἐπιδρομάδην
ἐπιδρομή
ἐπιδρομία
ἐπιδρομικός
ἐπιδρομίς
ἐπίδρομος
ἐπίδροσος
ἐπιδρούω
ἐπιδυσφημέω
ἐπιδύω
View word page
ἐπιδρέπω
pluck

ShortDef

pluck

Debugging

Headword:
ἐπιδρέπω
Headword (normalized):
ἐπιδρέπω
Headword (normalized/stripped):
επιδρεπω
IDX:
33237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33238
Key:

Data

{'content': 'pluck'}