Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιδιαμένω
ἐπιδιαμονή
ἐπιδιανέμω
ἐπιδιανοέομαι
ἐπιδιαπέμπω
ἐπιδιαπλέω
ἐπιδιαρθρόω
ἐπιδιαρρέω
ἐπιδιαρρήγνυμαι
ἐπιδιασαφέω
ἐπιδιασκευάζω
ἐπιδιασκοπέω
ἐπιδιασύρω
ἐπιδιασχίζω
ἐπιδιατάσσομαι
ἐπιδιατείνω
ἐπιδιατίθημι
ἐπιδιατρίβω
ἐπιδιαφέρομαι
ἐπιδιαφθείρω
ἐπιδιδάσκω
View word page
ἐπιδιασκευάζω
revise again, prepare a new

ShortDef

revise again, prepare a new

Debugging

Headword:
ἐπιδιασκευάζω
Headword (normalized):
ἐπιδιασκευάζω
Headword (normalized/stripped):
επιδιασκευαζω
IDX:
33164
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33165
Key:

Data

{'content': 'revise again, prepare a new'}