Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιδευτερδέκομαι
ἐπιδεύτερος
ἐπιδευτερόω
ἐπιδευτέρωσις
ἐπιδεύω
ἐπιδέχομαι
ἐπιδέω
ἐπιδέω2
ἐπίδηλος
ἐπιδηλόω
ἐπίδημα
ἐπιδημεύω
ἐπιδημέω
ἐπιδημηγορέω
ἐπιδημητικός
ἐπιδημία
ἐπιδημιακός
ἐπιδήμιος
ἐπιδημιουργέω
ἐπιδημιουργοί
ἐπίδημος
View word page
ἐπίδημα
cushion

ShortDef

cushion

Debugging

Headword:
ἐπίδημα
Headword (normalized):
ἐπίδημα
Headword (normalized/stripped):
επιδημα
IDX:
33123
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33124
Key:

Data

{'content': 'cushion'}