Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιδελεάζομαι
ἐπιδέμνιος
ἐπιδέμομαι
ἐπιδένδριος
ἐπιδεξιόομαι
ἐπιδέξιος
ἐπιδεξιότης
ἐπιδέρκομαι
ἐπιδερκτός
ἐπιδερματίς
ἐπιδερμίς
ἐπίδεσις
ἐπίδεσμα
ἐπιδεσμεύω
ἐπιδεσμέω
ἐπίδεσμος
ἐπιδεσμοχαρής
ἐπιδεσπόζω
ἐπιδετέον
ἐπιδετόν
ἐπιδευής
View word page
ἐπιδερμίς
outer skin, epidermis

ShortDef

outer skin, epidermis

Debugging

Headword:
ἐπιδερμίς
Headword (normalized):
ἐπιδερμίς
Headword (normalized/stripped):
επιδερμις
IDX:
33101
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-33102
Key:

Data

{'content': 'outer skin, epidermis'}