Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιβοή
ἐπιβοήθεια
ἐπιβοηθέω
ἐπιβοηθητέον
ἐπιβόημα
ἐπιβόησις
ἐπιβόητος
ἐπιβόθριος
ἐπίβοιον
ἐπιβόλαιον
ἐπιβολή
ἐπιβομβέω
ἐπιβόσκησις
ἐπιβόσκομαι
ἐπιβουκόλος
ἐπιβούλευμα
ἐπιβούλευσις
ἐπιβουλευτής
ἐπιβουλευτικός
ἐπιβουλεύω
ἐπιβουλή
View word page
ἐπιβολή
a throwing
ShortDef
a throwing
Debugging
Headword:
ἐπιβολή
Headword (normalized):
ἐπιβολή
Headword (normalized/stripped):
επιβολη
IDX:
32920
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32921
Key:
Data
{'content': 'a throwing'}