Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπίβαλμα
ἐπιβαπτίζω
ἐπίβαπτος
ἐπιβάπτω
ἐπιβάρεσις
ἐπιβαρέω
ἐπιβαρής
ἐπιβάρησις
ἐπιβαρύνω
ἐπίβαρυς
ἐπιβασία
ἐπίβασις
ἐπιβάσκω
ἐπιβαστάζω
ἐπιβατέον
ἐπιβατεύω
ἐπιβατηγός
ἐπιβατήριος
ἐπιβάτης
ἐπιβατικός
ἐπιβατόριος
View word page
ἐπιβασία
wrongful entry

ShortDef

wrongful entry

Debugging

Headword:
ἐπιβασία
Headword (normalized):
ἐπιβασία
Headword (normalized/stripped):
επιβασια
IDX:
32860
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32861
Key:

Data

{'content': 'wrongful entry'}