Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἀκτή
ἀκτῆ
ἀκτή
ἀκτή2
ἀκτημοσύνη
ἀκτήμων
ἀκτηρίς
ἄκτητος
ἀκτινείδωλον
ἀκτινηδόν
ἀκτινοβολέω
ἀκτινοβολία
ἀκτινοβόλος
ἀκτινογραφία
ἀκτινοκράτωρ
ἄκτινος
ἀκτινοφόρος
ἀκτινοχαῖτις
ἀκτινώδης
ἀκτινωτός
Ἄκτιον
View word page
ἀκτινοβολέω
emit rays
ShortDef
emit rays
Debugging
Headword:
ἀκτινοβολέω
Headword (normalized):
ἀκτινοβολέω
Headword (normalized/stripped):
ακτινοβολεω
IDX:
3284
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3285
Key:
Data
{'content': 'emit rays'}