Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπευνάζω
ἐπευσχημονέω
ἐπευφημέω
ἐπευφημίζομαι
ἐπευφημισμός
ἐπευφραίνομαι
ἐπευφρατίδιος
ἐπευχάδιος
ἐπευχή
ἐπεύχιον
ἐπεύχομαι
ἐπευωνίζω
ἐπευωνισμός
ἐπευωχέομαι
ἐπεχές
ἐπέχω
ἐπηβολή
ἐπήβολος
ἐπηγκενίδες
ἐπηγορεύω
ἐπηγορέω
View word page
ἐπεύχομαι
to pray

ShortDef

to pray

Debugging

Headword:
ἐπεύχομαι
Headword (normalized):
ἐπεύχομαι
Headword (normalized/stripped):
επευχομαι
IDX:
32787
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32788
Key:

Data

{'content': 'to pray'}