Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπευκλεΐζω
ἐπευκλείζω
ἐπευκτός
ἐπευλαβέομαι
ἐπευλογέω
ἐπευνάζω
ἐπευσχημονέω
ἐπευφημέω
ἐπευφημίζομαι
ἐπευφημισμός
ἐπευφραίνομαι
ἐπευφρατίδιος
ἐπευχάδιος
ἐπευχή
ἐπεύχιον
ἐπεύχομαι
ἐπευωνίζω
ἐπευωνισμός
ἐπευωχέομαι
ἐπεχές
ἐπέχω
View word page
ἐπευφραίνομαι
delight in

ShortDef

delight in

Debugging

Headword:
ἐπευφραίνομαι
Headword (normalized):
ἐπευφραίνομαι
Headword (normalized/stripped):
επευφραινομαι
IDX:
32782
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32783
Key:

Data

{'content': 'delight in'}