Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπεσκεμμένως
ἐπεσκοτισμένως
ἐπεσσυμένως
ἐπεσχάριος
ἐπεσχάρωσις
ἑπέτας
ἐπετειόκαρπος
ἐπετειόκαυλος
ἐπέτειος
ἐπετειοφορέω
ἐπετειοφόρος
ἐπετειόφυλλος
ἑπέτης
ἐπετήσιος
ἐπετινός
ἐπέτοσσε
ἐπευάζω
ἐπευδοκέω
ἐπευθυμέω
ἐπευθύνω
ἐπευκλεΐζω
View word page
ἐπετειοφόρος
fruiting every year

ShortDef

fruiting every year

Debugging

Headword:
ἐπετειοφόρος
Headword (normalized):
ἐπετειοφόρος
Headword (normalized/stripped):
επετειοφορος
IDX:
32762
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32763
Key:

Data

{'content': 'fruiting every year'}