Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκρωρία
ἀκρωτηριάζω
ἀκρωτηρίασις
ἀκρωτηρίασμα
ἀκρωτηριασμός
ἀκρωτήριον
ἀκρωτηριώδης
ἀκτά
ἀκτάζω
ἀκταία
Ἀκταίη
ἀκταινόω
ἀκταίνω
Ἀκταῖος
ἀκταῖος
Ἀκταίων
ἀκτέα
ἀκτέανος
ἀκτέϊνος
ἀκτένιστος
ἀκτέον
View word page
Ἀκταίη
a Nereid
ShortDef
a Nereid
Debugging
Headword:
Ἀκταίη
Headword (normalized):
ἀκταίη
Headword (normalized/stripped):
ακταιη
IDX:
3260
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3261
Key:
Data
{'content': 'a Nereid'}