Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπείσοδος
ἐπεισπαίω
ἐπεισπέμπω
ἐπεισπηδάω
ἐπεισπηδητής
ἐπεισπίπτω
ἐπεισπλέω
ἐπεισπνέω
ἐπεισπράττω
ἐπεισρέω
ἐπεισροή
ἐπειστρέχω
ἐπεισφέρω
ἐπεισφοιτάω
ἐπεισφορέω
ἐπεισφρέω
ἐπεισχέω
ἔπειτα
ἔπειτε
ἐπείτε
ἐπεκβαίνω
View word page
ἐπεισροή
influx
ShortDef
influx
Debugging
Headword:
ἐπεισροή
Headword (normalized):
ἐπεισροή
Headword (normalized/stripped):
επεισροη
IDX:
32580
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32581
Key:
Data
{'content': 'influx'}