Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκρώνυχος
ἀκρώρεια
ἀκρωρεῖται
ἀκρωρία
ἀκρωτηριάζω
ἀκρωτηρίασις
ἀκρωτηρίασμα
ἀκρωτηριασμός
ἀκρωτήριον
ἀκρωτηριώδης
ἀκτά
ἀκτάζω
ἀκταία
Ἀκταίη
ἀκταινόω
ἀκταίνω
Ἀκταῖος
ἀκταῖος
Ἀκταίων
ἀκτέα
ἀκτέανος
View word page
ἀκτά
shore
ShortDef
shore
Debugging
Headword:
ἀκτά
Headword (normalized):
ἀκτά
Headword (normalized/stripped):
ακτα
IDX:
3257
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3258
Key:
Data
{'content': 'shore'}