Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπεισόδιος
ἐπεισοδιόω
ἐπεισοδιώδης
ἐπείσοδος
ἐπεισπαίω
ἐπεισπέμπω
ἐπεισπηδάω
ἐπεισπηδητής
ἐπεισπίπτω
ἐπεισπλέω
ἐπεισπνέω
ἐπεισπράττω
ἐπεισρέω
ἐπεισροή
ἐπειστρέχω
ἐπεισφέρω
ἐπεισφοιτάω
ἐπεισφορέω
ἐπεισφρέω
ἐπεισχέω
ἔπειτα
View word page
ἐπεισπνέω
breathe in again

ShortDef

breathe in again

Debugging

Headword:
ἐπεισπνέω
Headword (normalized):
ἐπεισπνέω
Headword (normalized/stripped):
επεισπνεω
IDX:
32577
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32578
Key:

Data

{'content': 'breathe in again'}