Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπεισέρρω
ἐπεισέρχομαι
ἐπεισηγέομαι
ἐπείσθεσις
ἐπεισθρῴσκω
ἐπεισκαλέω
ἐπείσκλητος
ἐπεισκομίζω
ἐπεισκρίνομαι
ἐπεισκυκλέω
ἐπεισκωμάζω
ἐπεισοδιάζω
ἐπεισόδιον
ἐπεισόδιος
ἐπεισοδιόω
ἐπεισοδιώδης
ἐπείσοδος
ἐπεισπαίω
ἐπεισπέμπω
ἐπεισπηδάω
ἐπεισπηδητής
View word page
ἐπεισκωμάζω
to rush in like revellers
ShortDef
to rush in like revellers
Debugging
Headword:
ἐπεισκωμάζω
Headword (normalized):
ἐπεισκωμάζω
Headword (normalized/stripped):
επεισκωμαζω
IDX:
32564
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32565
Key:
Data
{'content': 'to rush in like revellers'}