Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκροχηνίσκοι
ἀκροχλίαρος
ἀκροχολέω
ἀκροχορδών
ἀκρόψιλος
ἀκρόψωλος
ἄκρυπτος
ἀκρύσταλλος
ἀκρωλένιον
ἀκρωμία
ἀκρωνία
ἀκρωνυχία
ἀκρώνυχος
ἀκρώρεια
ἀκρωρεῖται
ἀκρωρία
ἀκρωτηριάζω
ἀκρωτηρίασις
ἀκρωτηρίασμα
ἀκρωτηριασμός
ἀκρωτήριον
View word page
ἀκρωνία
mutilation
ShortDef
mutilation
Debugging
Headword:
ἀκρωνία
Headword (normalized):
ἀκρωνία
Headword (normalized/stripped):
ακρωνια
IDX:
3245
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3246
Key:
Data
{'content': 'mutilation'}