Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκρόχειρον
ἀκροχέριον
ἀκροχηνίσκοι
ἀκροχλίαρος
ἀκροχολέω
ἀκροχορδών
ἀκρόψιλος
ἀκρόψωλος
ἄκρυπτος
ἀκρύσταλλος
ἀκρωλένιον
ἀκρωμία
ἀκρωνία
ἀκρωνυχία
ἀκρώνυχος
ἀκρώρεια
ἀκρωρεῖται
ἀκρωρία
ἀκρωτηριάζω
ἀκρωτηρίασις
ἀκρωτηρίασμα
View word page
ἀκρωλένιον
elbow
ShortDef
elbow
Debugging
Headword:
ἀκρωλένιον
Headword (normalized):
ἀκρωλένιον
Headword (normalized/stripped):
ακρωλενιον
IDX:
3243
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3244
Key:
Data
{'content': 'elbow'}