Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπαρύτω
ἐπαρχεία
ἐπαρχέω
ἐπαρχία
ἐπαρχικός
ἐπαρχιώτης
ἐπάρχομαι
ἔπαρχος
ἐπάρχω
ἐπαρωγή
ἐπαρωγής
ἐπαρωγός
ἐπασθμαίνω
ἐπασκέω
ἐπάσκημα
ἐπασκητέον
ἐπασκητής
ἔπᾳσμα
ἐπασπαίρω
ἐπασπιδόομαι
ἐπασσύτερος
View word page
ἐπαρωγής
efficacious
ShortDef
efficacious
Debugging
Headword:
ἐπαρωγής
Headword (normalized):
ἐπαρωγής
Headword (normalized/stripped):
επαρωγης
IDX:
32414
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32415
Key:
Data
{'content': 'efficacious'}