Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπαρέσκομαι
ἐπαρή
ἐπαρήγω
ἐπαρηγών
ἐπάρηξις
ἐπαριθμέω
ἐπαριστερεύομαι
ἐπαρίστερος
ἐπαριστερότης
Ἐπάριτοι
ἐπάρκεια
ἐπάρκεσις
ἐπαρκέω
ἐπαρκής
ἐπάρκιος
ἐπαρκούντως
ἔπαρμα
ἐπαρνέομαι
ἐπαρούριον
ἐπάρουρος
ἔπαρσις
View word page
ἐπάρκεια
help, support

ShortDef

help, support

Debugging

Headword:
ἐπάρκεια
Headword (normalized):
ἐπάρκεια
Headword (normalized/stripped):
επαρκεια
IDX:
32387
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32388
Key:

Data

{'content': 'help, support'}