Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπάρδια
ἐπάρδω
ἐπαρέσκομαι
ἐπαρή
ἐπαρήγω
ἐπαρηγών
ἐπάρηξις
ἐπαριθμέω
ἐπαριστερεύομαι
ἐπαρίστερος
ἐπαριστερότης
Ἐπάριτοι
ἐπάρκεια
ἐπάρκεσις
ἐπαρκέω
ἐπαρκής
ἐπάρκιος
ἐπαρκούντως
ἔπαρμα
ἐπαρνέομαι
ἐπαρούριον
View word page
ἐπαριστερότης
awkwardness

ShortDef

awkwardness

Debugging

Headword:
ἐπαριστερότης
Headword (normalized):
ἐπαριστερότης
Headword (normalized/stripped):
επαριστεροτης
IDX:
32385
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32386
Key:

Data

{'content': 'awkwardness'}