Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπαράσιμος
ἐπαράσσω
ἐπάρατος
ἐπάργεμος
ἐπαργυρόομαι
ἐπάργυρος
ἐπάρδευσις
ἐπαρδευτής
ἐπάρδια
ἐπάρδω
ἐπαρέσκομαι
ἐπαρή
ἐπαρήγω
ἐπαρηγών
ἐπάρηξις
ἐπαριθμέω
ἐπαριστερεύομαι
ἐπαρίστερος
ἐπαριστερότης
Ἐπάριτοι
ἐπάρκεια
View word page
ἐπαρέσκομαι
to be satisfied

ShortDef

to be satisfied

Debugging

Headword:
ἐπαρέσκομαι
Headword (normalized):
ἐπαρέσκομαι
Headword (normalized/stripped):
επαρεσκομαι
IDX:
32377
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32378
Key:

Data

{'content': 'to be satisfied'}