Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκροφύλαξ
ἀκρόφυλλος
ἀκροφύσιον
ἀκροχάλιξ
ἀκροχανής
ἀκροχειρίζω
ἀκροχειρισμός
ἀκρόχειρον
ἀκροχέριον
ἀκροχηνίσκοι
ἀκροχλίαρος
ἀκροχολέω
ἀκροχορδών
ἀκρόψιλος
ἀκρόψωλος
ἄκρυπτος
ἀκρύσταλλος
ἀκρωλένιον
ἀκρωμία
ἀκρωνία
ἀκρωνυχία
View word page
ἀκροχλίαρος
just warm, lukewarm

ShortDef

just warm, lukewarm

Debugging

Headword:
ἀκροχλίαρος
Headword (normalized):
ἀκροχλίαρος
Headword (normalized/stripped):
ακροχλιαρος
IDX:
3236
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3237
Key:

Data

{'content': 'just warm, lukewarm'}