Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπαξονέω
ἐπαξόνιος
ἐπαοιδά
ἐπαοιδός
ἐπαπειλέω
ἐπαπερείδομαι
ἐπαπογαμέω
ἐπαποδίδωμι
ἐπαποδύω
ἐπαποθνῄσκω
ἐπαποικίζω
ἐπαποκτείνω
ἐπαπολαύω
ἐπαπόλλυμι
ἐπαπόλογος
ἐπαπολύω
ἐπαπονίναμαι
ἐπαποπνίγω
ἐπαπορέω
ἐπαπορητικός
ἐπαποστέλλω
View word page
ἐπαποικίζω
colonize anew
ShortDef
colonize anew
Debugging
Headword:
ἐπαποικίζω
Headword (normalized):
ἐπαποικίζω
Headword (normalized/stripped):
επαποικιζω
IDX:
32350
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32351
Key:
Data
{'content': 'colonize anew'}