Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκροσφαλής
ἀκρόσφυρα
ἀκροσχιδής
ἀκροτελεύτιον
ἀκροτελής
ἀκροτενής
ἀκρότης
ἀκρότητος
ἀκροτομέω
ἀκροτομία
ἀκρότομος
ἀκρότονος
ἄκρουλος
ἀκρουρανία
ἀκρουροβόρη
ἄκρουστος
ἀκρουχέω
ἀκροφαληριάω
ἀκροφανής
ἀκροφυής
ἀκροφύλαξ
View word page
ἀκρότομος
cut off sharp, abrupt

ShortDef

cut off sharp, abrupt

Debugging

Headword:
ἀκρότομος
Headword (normalized):
ἀκρότομος
Headword (normalized/stripped):
ακροτομος
IDX:
3216
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3217
Key:

Data

{'content': 'cut off sharp, abrupt'}