Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπαμφοτερίζω
ἐπαμφοτερισμός
ἐπαμφοτεριστής
ἐπαμφότερος
ἑπάμων
ἐπαναβαθμός
ἐπαναβαίνω
ἐπαναβάλλω
ἐπανάβασις
ἐπαναβιβάζω
ἐπαναβιβασμός
ἐπαναβλαστάνω
ἐπαναβληδόν
ἐπαναβοάω
ἐπαναγιγνώσκω
ἐπαναγκάζω
ἐπαναγκαστέον
ἐπαναγκαστής
ἐπαναγκαστικός
ἐπανάγκης
ἐπαναγορεύω
View word page
ἐπαναβιβασμός
ascending steps

ShortDef

ascending steps

Debugging

Headword:
ἐπαναβιβασμός
Headword (normalized):
ἐπαναβιβασμός
Headword (normalized/stripped):
επαναβιβασμος
IDX:
32145
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32146
Key:

Data

{'content': 'ascending steps'}