Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄκροσσος
ἀκροστήθιον
ἀκροστιχίς
ἀκροστόλιον
ἀκροστόμιον
ἀκροσφαλής
ἀκρόσφυρα
ἀκροσχιδής
ἀκροτελεύτιον
ἀκροτελής
ἀκροτενής
ἀκρότης
ἀκρότητος
ἀκροτομέω
ἀκροτομία
ἀκρότομος
ἀκρότονος
ἄκρουλος
ἀκρουρανία
ἀκρουροβόρη
ἄκρουστος
View word page
ἀκροτενής
stretching high

ShortDef

stretching high

Debugging

Headword:
ἀκροτενής
Headword (normalized):
ἀκροτενής
Headword (normalized/stripped):
ακροτενης
IDX:
3211
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3212
Key:

Data

{'content': 'stretching high'}