Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπαλγής
ἐπαλγύνω
ἐπάλειμμα
ἐπαλειπτέον
ἐπαλείφω
ἐπάλειψις
ἐπαλέξω
ἐπαλετρεύω
ἐπαληθεύω
ἐπαλής
ἐπαλθέω
ἐπαλθής
ἐπαλινδέομαι
ἐπαλκής
ἐπαλλαγή
ἐπαλλάξ
ἐπάλλαξις
ἐπαλλάσσω
ἐπαλληλία
ἐπάλληλος
ἐπαλληλότης
View word page
ἐπαλθέω
heal, cure
ShortDef
heal, cure
Debugging
Headword:
ἐπαλθέω
Headword (normalized):
ἐπαλθέω
Headword (normalized/stripped):
επαλθεω
IDX:
32098
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32099
Key:
Data
{'content': 'heal, cure'}