Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἔπακμος
ἐπακοέω
ἐπακολουθέω
ἐπακολούθημα
ἐπακολούθησις
ἐπακολουθητέον
ἐπακολουθητικός
ἐπακολουθήτρια
ἐπακόλουθος
ἐπακονάω
ἐπακοντίζω
ἐπακοντιστής
ἐπακουός
ἐπάκουσις
ἐπακουστός
ἐπακούω
ἐπακριβής
ἐπακριβόω
ἐπακρίδες
ἐπακρίζω
ἐπάκριος
View word page
ἐπακοντίζω
dart
ShortDef
dart
Debugging
Headword:
ἐπακοντίζω
Headword (normalized):
ἐπακοντίζω
Headword (normalized/stripped):
επακοντιζω
IDX:
32061
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32062
Key:
Data
{'content': 'dart'}